προσκυνάω

προσκυνάω
προσκυνάω / προσκυνώ, προσκύνησα, προσκυνημένος βλ. πίν. 58
——————
Σημειώσεις:
προσκυνάω : η μτχ. προσκυνημένος αντιστοιχεί κυρίως στην ειδική έννοια δηλώνω υποταγή σε κατακτητή.

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • προσκυνώ — προσκυνάω / προσκυνώ, προσκύνησα, προσκυνημένος βλ. πίν. 58 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • προσκυνώ — άω / προσκυνῶ, έω, ΝΜΑ 1. (κυρίως σχετικά με τον Θεό, τις θεϊκές δυνάμεις και τις υλικές απεικονίσεις τους) προσκλίνω ή γονατίζω με ευλάβεια, εκδηλώνω ευλαβή θρησκευτική λατρεία και σεβασμό (α. «προσκυνήσαμε τον Επιτάφιο» β. «καὶ εὐδοκήσας ὁ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”